Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή. Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.

Translate

Με ένα καράβι μνήμες κι όνειρα - "μάνα θα πάω στα καράβια"

 


Στα μέσα της δεκαετίας του '50 με αρχές της δεκαετίας του '60, πολλά νέα παιδιά από το χωριό μας, έφευγαν για τα καράβια, αφού στο χωριό δεν μπορούσαν να καθίσουν, όσοι δεν μορφώθηκαν εννοείται ή δεν πέρασαν σε κάποια σχολή. Τα πιο πολλά από τα παιδιά αυτά έβγαζαν ναυτικό φυλλάδιο και μπάρκαραν στα καράβια, ναύτες, έχοντας πάντα στο μυαλό τους να βγούνε στην Αμερική ή στην Αυστραλία για μια καλύτερη ζωή. Καημός δυσβάσταχτος η ξενιτιά, για το χωριό μας κυρίως την δεκαετία του '60, έκανε πολλές ελληνικές οικογένειες κομμάτια. Ήταν δύσκολα εκείνα τα χρόνια στο χωριό. Φτωχικά.  Μέγα παράπονο για τους γονιούς και, κυρίως, για τη μάνα, να χάνει το παιδί της. Παλαιότερα, το ταξίδι για μακρινά μέρη διαρκούσε πολύ, τα μέσα και οι τρόποι επικοινωνίας ήταν ελάχιστα, κι αυτό έκανε τον πόνο αβάσταχτο. Μόνο ένα γράμμα έφτανε κάπου – κάπου, κι αυτό αποτελούσε το μοναδικό σημείο επαφής με τα αγαπημένα πρόσωπα στην ξενιτιά, γι’ αυτό και ο ταχυδρόμος έπαιζε, παλαιότερα, σημαντικό ρόλο στην ελληνική ύπαιθρο. Η δεκαετία του’ 50 ήταν όμως δεκαετία για όλη την Ελλάδα της μετανάστευσης…Τα υπερωκεάνια «Πατρίς» και «Βασίλισσα Φρειδερίκη», ήταν αυτά που μετέφεραν, κυρίως, τα νιάτα τής Ελλάδας στην ξενιτιά, καραβιές – καραβιές. Ο αποχαιρετισμός στο λιμάνι τού Πειραιά, ως επί το πλείστον, και στο (παλαιό) αεροδρόμιο του Ελληνικού, αργότερα, θα μείνουν χαραγμένες, για πολλά χρόνια ακόμα, στη μνήμη των κατοίκων. Πολλοί νέοι του χωριού, προσπαθούσαν να βγάλουν ναυτικό φυλλάδιο για να δουλέψουν ως κατώτατο πλήρωμα. Στη στεριά, η ανεργία τούς είχε κόψει τα φτερά. Στη θάλασσα, ο ανοικτός ορίζοντας έμοιαζε γεμάτος προοπτικές... Εκεί έλπιζαν να βρουν τη διέξοδο στα προβλήματά τους. Άλλοι χωριανοί αναχωρούσαν ως μετανάστες από το λιμάνι του Πειραιά, χωρίς να ξέρουν τη γλώσσα της νέας χώρας που είχαν για προορισμό,  ωστόσο τα δύο μεγάλα κίνητρα της μετανάστευσης που ήταν η δυστυχία και η φτώχεια, υπερνικούσαν τα εμπόδια που εμφανίζονταν, και έκαναν πολλούς χωριανούς να γίνουν μετανάστες, ενώ μέχρι λίγο καιρό πριν δεν είχαν καν απομακρυνθεί από την οικογένειά τους ή τα στενά όρια του χωριού μας. Όλα αυτά σταμάτησαν με τον ερχομό του τουρισμού στο χωριό μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: