Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή. Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.

Translate

Αλάνα: Tο ποδόσφαιρο των παιδικών μας χρόνων


 Αν υπάρχει μια εποχή που όλοι μας λησμονούμε, δεν είναι άλλη από εκείνη των παιδικών μας χρόνων.Είναι εκείνες οι αξέχαστες στιγμές με τους φίλους μας και το ατελείωτο παιχνίδι. Αναμνήσεις που αναπολείς όσα χρόνια κι αν περάσουν. Εκεί, όπου οι έγνοιες και τα προβλήματα δεν είχαν χώρο. Εκεί, όπου θα θέλαμε να ζήσουμε ξανά έστω για μία μέρα. Μπορεί σήμερα, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και τα κινητά ν’ αποτελούν τον κόσμο των παιδιών, υπήρχε όμως μια εποχή που ξεχυνόμασταν στις αλάνες με μια μπάλα και ζούσαμε το παιχνίδι στο πετσί μας. Στην Καρδάμαινα υπήρχαν τρεις αλάνες(γήπεδα ποδοσφαίρου να πούμε)  μία στα Τσουκαλαριά μια στην Παναγιά και μια στον Κεπέχη ήταν τα λεγόμενα γήπεδα των συνοικιών. Βέβαια υπήρχαν και οι χωμάτινοι δρόμοι του χωριού. Όταν μαζευόμασταν όλοι, στήναμε δυο πέτρες για κάθε τέρμα, βάζαμε τα  μπουφάν μας από πάνω για να είναι πιο έντονο το δοκάρι, χωριζόμασταν σε ομάδες και το απόλυτο ντέρμπι ξεκινούσε.  Οι όροι του παιχνιδιού στην αλάνα ήταν:

 1: ο χοντρός παίζει πάντα τέρμα

 2: όλοι θέλαμε τους καλύτερους στην ομάδα μας

 3: ο κάτοχος της μπάλας έκανε ό,τι ήθελε

 4: το τελευταίο γκολ κερδίζει

 5: παίζαμε όσο θέλαμε και το ματς τελείωνε μόνο όταν κουραζόμασταν

Δε βαριόμασταν ποτέ το παιχνίδι. Πεινασμένοι, διψασμένοι και ακούραστοι, μέχρι να ακούσουμε τις φωνές της μάνας: «Γρήγορα σπίτι, το φαγητό είναι έτοιμο». Το κάθε γκολ πανηγυριζόταν λες και κατακτούσαμε κάποιον επαγγελματικό τίτλο. Ήταν παιδική κραυγή χαράς. Κανείς δε θα ξεχάσει το ποδόσφαιρο στις αλάνες,ούτε η δύσμοιρη μάνα, που έπλενε καθημερινά τα λασπωμένα ρούχα μας  και μας κατσάδιαζε που για ακόμη μία φορά γυρνούσαμε σπίτι λερωμένοι και με ματωμένα γόνατα.  Αναμνήσεις απίστευτες και ανεξίτηλες, τίποτα δε θα συγκρίνεται με εκείνο το αληθινό και δυνατό συναίσθημα. Το ποδόσφαιρο της αλάνας..   

Δεν υπάρχουν σχόλια: