Η Καρδάμαινα είναι παραθαλάσσιο χωριό στην νήσο Κω νομού Δωδεκανήσου. Απέχει 34 χλμ. απο την πόλη της Κω και 5 χλμ. από το διεθνές αεροδρόμιο "Ιπποκράτης". Μόλις ένα μικρό ψαροχώρι,είναι σήμερα δημοφιλής προορισμός διακοπών.
Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας
δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή.
Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.
Translate
Η παρασκευή του ψωμιού!!
Κάθε Σάββατο η όψη του χωριού άλλαζε. Ήταν η μέρα που οι γυναίκες του χωριού παρασκεύαζαν τα ψωμιά της βδομάδας. Ολόκληρη ιεροτελεστία γινόταν . Αποβραδίς ετοίμαζαν το ζυμάρι για να ανέβει. Την αυγή σηκώνονταν για να ζυμώσουν τα ψωμιά. Βλέπετε έπρεπε να τελειώσουν νωρίς, για να πάνε μετά στις αγροτικές δουλειές. Όλα τα παλιά σπίτια είχαν τον φούρνο τους και το μύλο τους (δύο μικρές στρογγυλές μυλόπετρες που βάζανε ανάμεσα γέννημα ή στάρι ακόμα πιο παλιά για να τα αλέσουνε να βγει το αλεύρι).
Σπίτι χωρίς φούρνο σπάνια δεν υπήρχε κι αυτό γιατί ψωμί έτοιμο δεν πουλιόταν τότε. Αν κάποια οικογένεια τύχαινε να μην έχει, τότε ζύμωνε λίγα ψωμιά και τα φούρνιζε στον γείτονα. Φούρναρης της οικογένειας ήταν η ίδια η μάνα και σε πολλές περιπτώσεις τα θηλυκά(κόρες) τής οικογένειας που από μικρές έμπαιναν σε αυτή τη «Δοκιμασία». Οι νοικοκυρές συνήθως χρησιμοποιούσαν μεγάλη ξύλινη σκάφη, γιατί ζύμωναν πολλά καρβέλια, κοσκίνιζαν το αλεύρι στη σκάφη (από την προηγούμενη μέρα είχαν φτιάξει το προζύμι ώστε να γίνει) έκαναν μία «γούβα» στη μέση της σκάφης με το αλεύρι, έριχναν το προζύμι και ζύμωναν τα ψωμιά με χλιαρό νερό. Μ’ αυτά θα πέρναγαν πολλές μέρες, γιατί το ζύμωμα και το άναμμα του φούρνου ήταν μια πολύ κουραστική δουλειά. Όταν μάλιστα ήταν και εποχή μαζέματος των ελιών φουρνίζανε τη νύχτα. Μόλις τελείωνε το ζύμωμα, έπλαθε τα ψωμιά, τα έβαζε πάνω σε τραπέζι ή σε ένα κρεβάτι και τα σκέπαζε για να «γίνουν» φουσκώνανε με τη ζεστασιά, οπότε και θα ήταν έτοιμα για το φούρνισμα. Το άνοιγμα του φούρνου ήταν κάτι το καταπληκτικό. Έβγαιναν ροδοκόκκινα τα ψωμιά ,ένιωθες τη ζεστασιά τους και είχαν μια ασύγκριτη μυρουδιά. Πάνω κάτω έτσι γινόταν η προετοιμασία και το φούρνισμα του ψωμιού εκείνα τα χρόνια, ένα ψωμί υγιεινότατο, χωρίς προσθήκες και φουσκωτικά… που έτρωγε όλη οικογένεια και κρατούσε για μέρες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου