Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή. Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.

Translate

Τα έθιμα του γάμου!!!

 


Το προξενιό αποτελούσε τον κύριο τρόπο γνωριμίας και συνένωσης δύο ανθρώπων που ήταν σε ηλικία γάμου. Επαγγελματίες προξενήτρες δεν υπήρχαν. Αν κάποιος νέος ήθελε μια κοπέλα, έστελνε κάποιον, συγγενή ή γνωστό, στον πατέρα της  να τη ζητήσει. Πολλές φορές οι συμφωνίες κλείνονταν  ανάμεσα στους πατεράδες στα καφενεία και ανακοινώνονταν το βράδυ στη μητέρα, η οποία με τη σειρά της το έκανε  γνωστό στην κόρη. Ήταν σπάνιες οι περιπτώσεις που θα ρωτούσαν τη γνώμη της κόρης ή που η γνώμη της θα μετρούσε. Στα παλιά τα χρόνια γάμος χωρίς προίκα δε γινόταν. Η προίκα πολλές φορές ήταν η αιτία να γίνει ένας γάμος, αλλά και να χαλάσει. Αφού γινόταν η γνωριμία, βασικό μέλημα, κυρίως των πατεράδων των μελλoνύμφων, ήταν η συζήτηση της προίκας, η οποία μπορούσε να γίνει και στο  καφενείο. Η επίσημη συμφωνία, όμως, γινόταν στο σπίτι της νύφης παρουσία των γονέων των δύο υποψήφιων, μαρτύρων και ενός που ήξερε γράμματα. Η συμφωνία, το λεγόμενο προικοσύμφωνο, ήταν γραπτή και περιελάμβανε αναλυτικά όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έδινε ο πατέρας στην κόρη του, αλλά και αυτά που έδινε η μητέρα, τα οποία ήταν πράγματα που αφορούσαν κυρίως τη λειτουργία του σπιτιού. Στο προικοσύμφωνο αναγράφονταν και τα περιουσιακά στοιχεία που έταζε ο πατέρας  του γαμπρού να δώσει στο γιο του. Το προικοσύμφωνο υπογραφόταν και από τους δύο πατεράδες παρουσία των μαρτύρων. Η συγκέντρωση όλων αυτών των αντικειμένων ξεκινούσε από την εφηβική ηλικία της κοπέλας και ήταν μια δαπανηρή διαδικασία. Αλλά εκτός από την οικονομική αφαίμαξη, κάποια από τα αντικείμενα απαιτούσαν και πολλή προσωπική εργασία,  π.χ. τα κεντήματα με ψιλοβελονιά, τα πλεκτά ή τα υφαντά στον αργαλειό. Η προίκα υπό μορφή περιουσιακών στοιχείων μπορεί  και να έλειπε από κάποια κοπέλα, τα προικιά, όμως, έστω και λιγότερα, δεν έλειπαν από καμιά νύφη κατά το γάμο της. Αφού συζητιόταν η προίκα και γραφόταν το προικοσύμφωνο, οριζόταν η μέρα του αρραβώνα, ο οποίος γινόταν στο σπίτι της νύφης. Ήταν συνήθως απλός και γινόταν σε στενό οικογενειακό κύκλο. Πριν τον αρραβώνα, ο γαμπρός έστελνε στο σπίτι της νύφης μια μπουκάλα κρασί, μία ρακί ή ούζο και γλυκά ή αν ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση, έστελνε και φαγώσιμα. Η νύφη κερνούσε το γαμπρό και το σόι που παρευρισκόταν στον αρραβώνα και αυτοί την ασήμωναν, της έκαναν δηλαδή δώρα, κυρίως χρυσαφικά. Τη βδομάδα πριν από το γάμο άρχιζε το στόλισμα του σπιτιού. Συγγενείς, φίλες και γειτόνισσες της νύφης συνέβαλαν στο άσπρισμα  και καθάρισμα του σπιτιού, καθώς και στην ετοιμασία των προικιών. Πολλές νύφες έφτιαχναν θέση, ντουλάπα ανοιχτή μπροστά όπου στοίβαζαν τα προικιά (σεντόνια, υφαντά, πλεκτά κ.α.). Τα διάφορα είδη προίκας χωρίζονταν με πλεκτές δαντέλες που έμπαιναν ενδιάμεσα και προεξείχαν, για να δείχνει η θέση πιο όμορφη.

Το νυφικό φόρεμα έχει περάσει από πολλά στάδια μέχρι να φτάσει στο σημερινό νυφικό. Τα πολύ παλιά χρόνια, πριν την απελευθέρωση,  οι νύφες φορούσαν μπαράδες, φούστες μεταξωτές, αρκετά φουσκωτές, με ωραίους πλουμιστούς μπούστους και σειρές - σειρές φλουριά στο λαιμό, τα λεγόμενα πιρσιάνια. Μετά  τη φούστα η νύφη φορούσε τα βρακιά, τα οποία φυσικά ύφαινε μόνη της στον αργαλειό.  Τα βρακιά και αντίστοιχα η βράκα για τον άνδρα έφτασαν μέχρι το ΄40  περίπου. Μετά την εποχή των βρακιών,  οι νύφες έραβαν μόνες τους το φόρεμα του γάμου τους, το οποίο ήταν απλό σε οποιοδήποτε χρώμα. Για τον άνδρα η βράκα αντικαταστάθηκε από  το κουστούμι. Ο γαμπρός στολιζόταν στο σπίτι του με τη βοήθεια των φίλων του. Ιδιαιτερότητα παρουσίαζε το ξύρισμα του. Πολλές φορές πήγαινε ο κουρέας στο σπίτι και μετά το ξύρισμα οι φίλοι του γαμπρού, που παρευρίσκονταν, έριχναν σ΄ ένα δίσκο χρήματα για την αμοιβή του. Άλλες φορές, πήγαινε ο γαμπρός στον κουρέα με τη συνοδεία μουσικής, που έπαιζε έξω από το κουρείο έως να τελειώσει το ξύρισμα. Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι φίλοι του γαμπρού περνούσαν από το κουρείο και ξυρίζονταν. Τελευταίος πήγαινε ο γαμπρός, ο οποίος έπρεπε να πληρώσει για όλους, εξ’ αυτού και η φράση «στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό». Στο μυστήριο επικρατούσε η συνήθεια από παλιά η γυναίκα να πατά το πόδι του άντρα, όταν ο παπάς έλεγε το “ η δε γυνή, ίνα φοβείται τον άντρα”, μια συνήθεια που κάποιες φορές δημιουργούσε προστριβές. Η νύφη και ο γαμπρός πήγαιναν μαζί στην εκκλησία με τη συνοδεία  της μουσικής,  αν ο γαμπρός ήταν σε καλή οικονομική κατάσταση. Οι μουσικοί περνούσαν πρώτα από το σπίτι του γαμπρού και μετά πήγαιναν στο σπίτι της νύφης.  Στην Καρδάμαινα ο γάμος ήταν τόσο μεγάλο γεγονός που το καθιστούσαν ισάξιο με πανηγύρι ενός Πολιούχου Αγίου.  Κόσμος «πλημμύριζε» τα σπίτια του γαμπρού και της νύφης. Όλοι με πνεύμα βοήθειας – προσφοράς για τις απαιτούμενες  διαδικασίες. Δεν υπήρχαν προσκλητήρια, όλοι ήταν καλεσμένοι ! ακόμα και οι μαλωμένοι έτρεχαν στην εκκλησία μήπως και φάνε κανένα κουφέτο αφού οι καραμέλες ήταν είδος πολυτελείας!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια: