Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή. Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.

Translate

Χοιροσφάγια: Ένα παμπάλαιο έθιμο…

 


Η σφαγή του χοίρου στο τέλος του χρόνου,είναι μια αρχαία συνήθεια με τόσο βαθιές ρίζες που της έχει επιτρέψει να επιζήσει για πολλούς αιώνες. Οι Έλληνες τον έκτο αιώνα μ.Χ. έκαναν το ίδιο πιστεύοντας ότι η θυσία του χοίρου θα τους εξασφάλιζε καλή σοδειά και γόνιμη χρονιά. Ο χοίρος αποτελούσε ίσως το βασικότερο στοιχείο της οικονομίας ενός σπιτιού, αφού ένας χοίρος (150-200 κιλών) αρκούσε για να καλύψει τις ετήσιες ανάγκες της οικογένειας σε κρέας. Η οικογένεια κάθε χρόνο αγόραζε και τάιζε το γουρουνόπουλο, και όταν έφτανε η ώρα της σφαγής καλούσε τους συγχωριανούς που θα βοηθούσαν. Δεν ήταν δύσκολη η ανατροφή του, αφού το μικρό γουρουνάκι έτρωγε τα πάντα!Έτρωγε όλα τα αποφάγια, και όταν δεν υπήρχαν, έφτιαχναν τον λεγόμενο «χουμά». Μέσα σε ένα κουβαδάκι νερό, έριχναν δύο η τρείς φούχτες «πίτερα» (πίτουρα), που τα ανακάτευαν. Άλλη τροφή ήταν ο ορός από την πήξη του γάλακτος, το τυρόγαλο, ο οποίος κι αυτός λεγόταν χουμάς. Ακόμα ιδιαίτερη τροφή ήταν τα βελανίδια που είχαν την ιδιότητα σαν τροφή, να κάνουν ιδιαίτερα νόστιμο το κρέας του χοίρου. Όλες αυτές οι ποικίλες τροφές, είχαν σαν αποτέλεσμα το κρέας του χοίρου να είναι πολύ νόστιμο, παρ’ όλο που χαρακτηρίζεται το πιο βρώμικο ζώο, και μετά από αυτό η αλανιάρα κότα, και αυτό γιατί τρώγανε ότι βρουν! Τους χοίρους τους έσφαζαν στο τέλος του χρόνου, από το Φθινόπωρο προς τον Νοέμβριο. Σε αυτή την οικογενειακή εκδήλωση, τα λεγόμενα χοιροσφάγια, έσμιγαν συγγενείς, φίλοι και οι γνωστοί. Μάλιστα, σ' εκείνες τις εποχές που οι άνθρωποι ενδιαφερόντουσαν για τον διπλανό τους, έδιναν λιχουδιές για να γευτούν και να χαρούν και αυτοί που δεν είχαν δικό τους χοίρο.Το σφάξιμο του χοίρου, αν και ήταν μέρος της πραγματικότητας εκείνων των χρόνων, εν τούτοις αποτελούσε μια άγρια εργασία από τη φύση της και το θέαμα ήταν αποτρόπαιο. Όμως, όλοι είχαμε εξοικειωθεί με την ύπαρξή τoυ και την αναγκαιότητά τoυ. Για την σφαγή χρειάζονταν 5-6 άτομα. Τέσσερις κρατούσαν τα πόδια του χοίρου, που τον είχαν βάλει κάτω και τον είχαν γυρίσει ανάποδα, και ένας καθόταν επάνω του και προσπαθούσε να βρει το καρύδι του χοίρου στον λαιμό του, για να τον σφάξει. Οι φωνές του χοίρου ήταν ανατριχιαστικές.Σήμερα τα χοιροσφάγια δεν είναι παρά μια ακόμα ευκαιρία για γλέντι και φαγοπότι. Τον παλιό καιρό, όμως, τότε που τα νησιά ήταν φτωχά και απόμακρα και έπρεπε αναγκαστικά να είναι αυτάρκη, τα χοιροσφάγια ήταν το σημαντικό γεγονός του χειμώνα. Συγγενείς, φίλοι και γείτονες μαζεύονταν όχι μόνο για να γλεντήσουν με τους λαχταριστούς μεζέδες, να δοκιμάσουν το καινούριο κρασί και τη ρακή, αλλά κυρίως για να βοηθήσουν στη σφαγή και τις εργασίες της συντήρησης του κρέατος.


Δεν υπάρχουν σχόλια: