Οι φωτογραφίες είναι ματιές των αναμνήσεων για τους παλαιότερους και ματιές της φαντασίας για τους νεότερους, αποτελούν στιγμιότυπα του τόπου μας και του τρόπου μας δηλαδή της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας και έχουν αποθανατιστεί πρόσωπα δικά μας, παππούδες και γιαγιάδες, γονείς, συγγενείς φίλοι και συγχωριανοί, και βασικότερο οι φωτογραφίες είναι φορείς μνήμης και γνώσης, στοιχεία τεκμηρίωσης και σύγκρισης του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η φωτογραφία είναι μέσο επικοινωνίας, μία μορφή γλώσσας. Είναι η γλώσσα που φέρνει κοντά μας το προσωπικό μας παρελθόν, αυτό που έχουμε ζήσει αλλά έχουμε χάσει, και το παρελθόν που δε γνωρίσαμε ποτέ και δε θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε ένα παρελθόν έξω και πέρα απο μάς. Καθώς στο ιστορικό γίγνεσθαι εμείς ζούμε μονάχα το παρόν, η φωτογραφία μάς επιστρέφει τη ροή του χρόνου, που μας αφαιρεί ο ίδιος ο χρόνος. Θα μπορούσε το χθες να υπάρχει μόνο ως ανάμνηση αλλά θα ήταν θαμπή. Οι αναμνήσεις είναι πάντα θαμπές. Κουβαλάνε μαζί τους τη φθορά του χρόνου. Οι φωτογραφίες κουβαλάν τα χρώματα, τις μυρωδιές και τους ήχους του χρόνου.

Translate

Καλοκαίρι στην Καρδάμαινα τη δεκαετία του ’80: Ρακέτες, ανεμελιά και παιχνίδια στην άμμο

 


Ήταν καλοκαίρι στην Καρδάμαινα, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Ένα καλοκαίρι διαφορετικό, πιο αγνό, πιο αυθεντικό. Ο ήλιος έκαιγε, αλλά κανείς δεν παραπονιόταν. Αντίθετα, όλοι το περίμεναν πως και πως: παιδιά, νέοι, οικογένειες, παρέες. Η θάλασσα ήταν ο προορισμός και η παραλία το σκηνικό για αναρίθμητες καλοκαιρινές ιστορίες.

Στην παραλία, το πιο χαρακτηριστικό soundtrack δεν ήταν κάποιο ραδιόφωνο ή τραγούδι από τα καφενεία — ήταν ο ήχος από τις ρακέτες. "Παφ! Παφ!" και ξανά "παφ!" Οι ρακέτες από ξύλο – σκούρες, στιβαρές, βαριές – ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του καλοκαιριού. Παιδιά, έφηβοι, ακόμα και πατεράδες, έπαιζαν με πάθος, όχι τόσο για να κερδίσουν, αλλά για να κρατήσουν το μπαλάκι όσο πιο πολύ στον αέρα.

Η άμμος καιγόταν κάτω από τα γυμνά πόδια, αλλά αυτό δεν εμπόδιζε κανέναν. Πατημασιές παντού, μπάλες που πετούσαν από τη μια παρέα στην άλλη, γέλια, φωνές. Κάπου παραδίπλα, παιδιά έσκαβαν λάκκους στην άμμο, έστηναν κάστρα και οχυρώσεις με κουβαδάκια. Άλλοι πηδούσαν τα κύματα, παρίσταναν τους δύτες με μάσκες και αναπνευστήρες ή μάζευαν κοχύλια. 


Η ανεμελιά ήταν διάχυτη. Δεν υπήρχαν κινητά, δεν υπήρχε Wi-Fi, ούτε selfie και stories. Οι αναμνήσεις χαράζονταν στο μυαλό και όχι σε pixels. Ένα καρπούζι κομμένο στα τέσσερα κάτω από τη σκιά της ομπρέλας, ένα ποτήρι λεμονάδα από το καφενείο του χωριού, κι ένα ραδιόφωνο που έπαιζε λαϊκά ή κάποιο καλοκαιρινό σουξέ του Καρβέλα και της Άννας.

Το απόγευμα, μετά το μπάνιο, τα παιδιά μαζεύονταν σε ομάδες και έπαιζαν "μήλα", "κλέφτες κι αστυνόμοι", ή μπάλα στο χωματένιο γήπεδο δίπλα στην παραλία. Η μέρα τελείωνε με μαυρισμένα πρόσωπα, αλατισμένα μαλλιά και γεμάτες καρδιές.

Αυτό ήταν το καλοκαίρι στην Καρδάμαινα του ’80: ρακέτες, παιχνίδια, ήλιος και πάνω απ’ όλα, ελευθερία. Ένα καλοκαίρι που όσοι το έζησαν, το κρατούν βαθιά μέσα τους σαν θησαυρό. Και κάθε φορά που πατούν ξανά στην παραλία, ακόμα και δεκαετίες μετά, ο ήχος της ξύλινης ρακέτας τους θυμίζει πως κάποτε, όλα ήταν πιο απλά — και πιο μαγικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: